- χαυνοπολίτης
- ὁ, Απολίτης που χαρακτηρίζεται από διανοητική νωθρότητα, από ανοησία.[ΕΤΥΜΟΛ. < χαῦνος + πολίτης].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
χαυνοπολίτας — χαυνοπολίτᾱς , χαυνοπολίτης gaping fool masc acc pl χαυνοπολίτᾱς , χαυνοπολίτης gaping fool masc nom sg (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)